|
Το Βυζαντινό Κάστρο
Η πόλη της Καστοριάς, σ' όλη τη διάρκεια της πολυτάραχης ιστορίας της, εκτός από τη φυσική οχύρωση που της προσέφερε περιμετρικά η λίμνη, περιβαλλόταν από ισχυρά τείχη, τα οποία της παρείχαν επιπλέον ασφάλεια. Μία στενή λωρίδα γης προσέφερε τη μοναδική είσοδο από την ξηρά. Από τα χρόνια του Ιουστινιανού υψώνονταν στον λαιμό της χερσονήσου ισχυρότατα τείχη, τα οποία οικοδομήθηκαν στην απότομη πλαγιά ενισχυμένα με στρόγγυλους και τετράγωνους πύργους. Από ισχυρά τείχη περικλειόταν και η βυζαντινή πόλη πάνω στη χερσόνησο.
Οι Βυζαντινοί κατοικούσαν και έξω από την περιτειχισμένη πόλη, όπου υπήρχαν σημαντικοί ναοί, μικρά και μεγάλα μοναστήρια και νεκροταφεία.
Τα Ιουστινιάνεια τείχη της Καστοριάς ανακαινίστηκαν στα μεσοβυζαντινά και υστεροβυζαντινά χρόνια, προκειμένου να ενισχυθεί η οχύρωση της πόλης και να εξασφαλιστεί η σπουδαία από στρατηγικής άποψης θέση της Καστοριάς. Το "δύσβατο" και "οχυρόν" της Καστοριάς τονίζουν τόσο οι βυζαντινοί συγγραφείς, όσο και οι ξένοι περιηγητές που επισκέφτηκαν την πόλη.
Στα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας, οι επεμβάσεις στα βυζαντινά τείχη της πόλης ήταν ελάχιστες και αποσκοπούσαν κυρίως στη συντήρησή τους. Στα τέλη του 19ου αιώνα, κατατσράφηκαν τμήματα του τείχους του λαιμού της χερσονήσου, για να ανοικοδομηθούν κτίρια της ήδη παρακμάζουσας τουρκικής διοίκησης.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
"Πόλις δε ην τις επί Θεσσαλίας, Διοκλητιανούπολις όνομα, ευδαίμων μεν το παλαιόν γεγενημένη, προϊόντος δε του χρόνου βαρβάρων οι επιπεσόντων καταλυθείσα και οικητόρων έρημος γεγονυϊα τυγχάνει ούσα, η Καστορία ωνόμασται. Και νήσος κατά μέσον της λίμνης τοις ύδασιν περιβέβληται. Μία δε εις αυτήν είσοδος από της λίμνης εν στενώ λέλειπται, ου πλέον ες πέντε και δέκα διήκουσα πόδας, όρος τε τη νήσω επανέστηκεν υψηλόν άγαν, ήμισυ μεν τη λίμνη καλυπτόμενον, τω δε λειπομένω εγκείμενον. Διό δη ο βασιλεύς ούτος τον Διοκλητιανουπόλεως υπεριδών χώρον άτε που διαφανώς ευέφοδον ότνα και πεπονθότα πολλώ πρότερον άπερ ερρήθη, πόλιν εν τη νήσω οχυρότατην εδείματο, και το όνομα, ως εικός, αφήκε τη πόλει".
(Προκοπίου, Περί Κτισμάτων, IV 3, Lipsiae 1946, σ. 122)
"... ο Βρυέννιος κατείχε την Καστοριά. Ο αυτοκράτορας, αποφασισμένος να τον διώξει από εκεί ανακαταλαμβάνοντας την πόλη, κάλεσε πάλι κοντά του τους στρατιώτες κι αφού τους εξόπλισε με ισχυρότατα όπλα για τειχομαχία... πήρε την άγουσα προς το φρούριο. Ιδού πώς είναι η τοποθεσία: Υπάρχει μια λίμνη, η λεγόμενη της Καστοριάς, μέσα στην οποία μπαίνει μια προεξοχή της στεριάς που διευρύνεται στην άκρη της καταλήγοντας σε πετρώδεις λόφους. Γύρω από την προεξοχή είναι οικοδομημένοι πύργοι και μεσοπύργια εν είδει φρουρίου, το οποίο ονομάζεται Καστοριά... Τις ελεπόλεις και τα πετροβόλα μηχανήματα τα τοποθέτησε έξω από το τείχος κι άρχισε να μάχεται νύχτα και μέρα ώσπου προξένησε ρωγμές στον περίβολο του τείχους...".
(Άννα Κομνηνή, Αλεξιάς, εκδ. Άγρα, τομ. Α' (Βιβλία Α-Θ), μτφρ. Αλόη Σιδέρη, Αθήνα 1990, σελ. 213)
"...Καστορίας δε και αυτής οχυρωτάτης ούσης διά το πανταχόθεν περικλύζεσθαι τη λίμνη...".
(Ιωάννης Καντακουζηνός, εκδ. L. Schopeni (CSHB), Βόννη 1828)
"Το κάστρο της είναι ένα όμορφο κάστρο, χτισμένο με πελεκητές πέτρες στη δυτική πλευρά μιας μεγάλης λίμνης με ζωογόνο νερό, επάνω σ' έναν απόκρημνο βράχο όμοιο με νησί, με εξάγωνο σχήμα και ισχυρό. Οι τοίχοι του είναι πολύ υψηλοί. Προς τα δυτικά έχει δύο ισχυρές και δυνατές σιδερένιες πύλες...".
(Β. Δημητριάδης, Η Κεντρική και Δυτική Μακεδονία κατά τον Εβλιγιά Τσελεμπή, Θεσ/νίκη 1973, σελ. 165)
|