lbtineu_logo-1.jpg

Αρχαίοι Χρόνοι Εκτύπωση
 

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ

Η Καστοριά ανήκει στον ευρύτερο γεωγραφικό χώρο που είναι γνωστός στην αρχαιότητα ως Ορεστίδα [Ορέστια, Ορεστιάδα] και οφείλει το όνομά του στα «όρη», την ορεινή δηλ. διαμόρφωση του εδάφους. Κατά τη μυθολογική παράδοση το όνομα οφείλεται στον Ορέστη, το γιο του Αγαμέμνονα, ο οποίος ήρθε και εγκαταστάθηκε στην περιοχή έχοντας μαζί του τους Αιολείς αποίκους. Η Ορεστίδα, που βρισκόταν στην περιοχή γύρω από τον Αλιάκμονα, ορίζονταν ανατολικά από την Εορδαία, νότια από την Ελιμεία, βόρεια από τη Λυγκηστίδα και δυτικά από την οροσειρά του Βοϊου, η οποία την χώριζε από την Ιλλυρία και την Ήπειρο.

Η Ορεστίδα, μαζί με τις άλλες περιοχές που σήμερα αποτελούν τη Δυτική Μακεδονία, κατά την αρχαιότητα συγκροτούσε ιδιαίτερη γεωγραφική ενότητα γνωστή ως «Άνω Μακεδονία».

Πριν από την ενσωμάτωση της περιοχής Πριν από την ενσωμάτωση της περιοχής στο μακεδονικό κράτος από το Φίλιππο Β η Άνω Μακεδονία ήταν χωρισμένη σε «έθνη» (Ορέστες, Ελιμιώτες, Λυγκηστές, Εορδαίοι, Πελαγόνες), ονομασίες που διατήρησαν και μετά την κατάκτησή τους.

Φαίνεται ότι η εγκατάσταση των φυλών αυτών στην περιοχή έγινε σε διαφορετικές χρονικές περιόδους και κάτω από διαφορετικούς αρχηγούς, γι' αυτό και έμειναν χωρισμένες.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ-ΚΕΙΜΕΝΑ:

1) Και σήμερα η περιοχή Β.Δ. της Καστοριάς ονομάζεται Κορέστια - (Κ)ορέστια.

2) Στράβων, 7, 326: «Λέγεται δε Ορεστίδα κατασχείν ποτέ Ορέστης φεύγων τον της μητρός φόνου και καταλιπείν επώνυμον εαυτού χώραν κτίσαι δε και πόλιν, καλείσθαι δε αυτήν Άργος Ορεστικόν», Στεφ.Βυζάντιος στη λέξηΟρεστία «Πόλις ενΟρέσταις ενόρειυπερκειμένω τησμακεδονικής γης...εξ ης Πτολεμαίος ο Λάγου πρώτοσβασιλεύς της Αιγύπτου». Άλλες πηγές για τους Ορέστες, Εκαταίος,απ. 77 (F.H.G. 1 F 107, Θουκ. II 80, 6, πολύβιος, ΧVΙΙΙ, 30, 6, Plin., N H, IV, 10, 17). Πτολεμαίος, 3, 13 και 5, 22, Livius, 4, 10, 17

3) Άλλες μυθικές αφηγήσεις για τον Ορέστη και το γιο του Πενθίλο ασαφείς και σκοτεινές κατά τα άλλα, έδωσαν αφορμή για διαφωνίες ανάμεσα στους αρχαίους συγγραφείς

4) Στράβων, 7, 329: «Και δη τα περίΛυγκον και Πελαγονίαν και Ορεστιάδα και Ελ΄μειαν την Άνω Μακεδονία εκάλουν».

5) Η γεωγραφική έκταση της περιοχής δεν ήταν σταθερή, όπως είναι φυσικό, στη διάρκεια των αρχαίων χρόνων. Οι Ορέστες, όπως και τα άλλα «έθνη» της περιοχής είχανδ ικούς τους βασιλείς, μέχρι την περίοδο των περσικών πολέμων, όταν η περιοχή προσαρτήθηκε από τον Αλέξανδρο Α' τον επονομαζόμενο Φιλέλληνα, για να υποταχθεί πλήρως στο μακεδονικό κράτος στα χρόνια του Φιλίππου Β' και του Μ. Αλεξάνδρου,παρόλο που οι κάτοικοι διατηρούν τα ονόματα τους και τους βασιλείς τους (Αρριανού, Αλεξάνδρου Ανάβασις, 6, 28, 4, Διόδωρος, 16, 93).

Αλλά και αργότερα αναφέρονται βασιλείς Ορεστών και των άλλων εθνών (Θουκ. 2, 80). Οι επιτυχίες του Φιλίππου Β' και του Μ. Αλεξάνδρου συνετέλεσαν, ώστε οι δυτικομακεδόνες να αισθάνονται ότι ανήκουν στο μακεδονικό κράτος. Άλλωστε από τις 6 τάξεις των πεζεταίρων οι τρεις προέρχονταν από την Άνω Μακεδονία.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Δήμιτσα Μ., Αρχαία γεωγραφία της Μακεδονίας συνταχθείσα κατά τας πηγάς και τα βοηθήματα, (μέρος Α' σελ. 152-153 και 186-187 και μέρος Β' σελ. 79-93), Αθήνησι 1870νκαι 1874.

 

{gallery}images/istoria-politismos/arxaioi_xronoi/geografiki_perioxi{/gallery}

 

 

ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ

Ως πρώτοι κάτοικοι της Ορεστίδας αναφέρονται οι πελασγοι Ορέστες, οι οποίοι, πριν έρθουν στην περιοχή, κατοικούσαν βορειότερα στη Λυγκιστίδα και την Πελαγονία.

Οι Ορέστες, όπως και τα άλλα φύλα που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Άνω Μακεδονίας, είχαν μακεδονική καταγωγή κατά τη μαρτυρία του Θουκιδίδη. Τα φύλα αυτά υπό την ηγεσία των Αργεάδων κατέλαβαν την Εορδαία και στη συνέχεια την Ημαθία.

Το κράτος της Ημαθίας, το οποίο επεκτάθηκε προς τη θάλασσα (Πέλλα) υπέταξε στη συνέχεια τα έθνη της Άνω Μακεδονίας και συνένωσε όλη τη Μακεδονία κάτω από το σκήπτρο των Αργεάδων, οι οποίοι αργότερα συνέδεσαν για πολιτικούς λόγους την καταγωγή τους με τους Τημενίδες και το Άργος της Πελοποννήσου.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ-ΚΕΙΜΕΝΑ:

Θουκ. ΙΙ: «Των γαρ Μακεδόνων εισί και Λυγκησταί και Ελιμιώται και άλλα έθνη επάνωθεν, α σύμμαχα μεν εστί τούτοις και υπήκοα, βασιλεία δε έχει καθ' αυτά»και ΙΙ, 99:»Την δε παρά θάλασσαν νυν Μακεδονίαν, Αλέξανδρος ο Περδίκου πατήρκαι οι προγονοι αυτού Τημενίδαι το αρχαίον όντες εξ Αργους, πρώτοι εκτήσαντο και εβασίλευσαν».

Ακόμη Ηρόδοτος, VII, 137-138.

Άλλοι αρχαίοι συγγραφείς ωστόσο αμφισβήτησαν τη μακεδονική καταγωγή των φυλών της Ανω Μακεδονίας. Έτσι, οι Ελιμιώτες και οι Ορέστες θεωρούνται από το Στράβωνα ηπειρωτικής καταγωγής, οι δε Λυγκηστές Ιλλυριοί (Στράβων, VII, 323 και326 και ΙΧ, 434).

Ο Εκαταίος θεωρεί τους Ορέστες μολοσικό έθνος (Jacoby, F.G.H.I απόσπασμα 107). Τα ονόματα των ευγενών και των λαών της περιοχής όμως είναι γνήσια ελληνικά. Ο Στράβων και σε άλλες περιπτώσεις συγχέει τους Ιλλυριούς με τους Μακεδόνες. Πολλοί ιστορικοί ερευνητές (Hoffman, Fr. Geyer, C.O.Mueller, θεωρούν την ΆνωΜακεδονία κοιτίδα της δυναστείας των Μακεδόνων.

O H.Bengston, Griechische Geschichte, Verlag Beck, 1981,S.278 Urzelle des makedonischen Staates sind die suedliche Landschaften Elimeia und Orestis, am oberen Haliakmon an der thessalischen Grenzen gelegen. Άλλοι ερευνητές θεωρούν ότι το όνομαΜακεδόνες το πήραν τα φύλα αυτά μετά την κατάκτησή τους από τους Μακεδόνες της Ημαθίας.

[Περισσότερα: Κανατσούλη Δημ., Η δυτική Μακεδονία κατά τους αρχαίους χρόνους, ΕΜΣ και ΙΜΧΑ (24), Θες/νίκη 1958 (όπου υπάρχει και σχετική βιβλιογραφία). Του ιδίου, Η μακεδονική πόλις ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ 4 (1955-1960)]

 


{gallery}images/istoria-politismos/arxaioi_xronoi/protoi_katikoi{/gallery}

 

 

ΠΡΟΕΥΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ 

Η Καστοριά φαίνεται ότι οφείλει το όνομά της στη λίμνη της. Πραγματικά, το όνομα Καστοριά αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Προκόπιο(μέσα του 6ου αι. μ.Χ.) ως όνομα της λίμνης, η οποία με τη σειρά της φαίνεται πως ονομάστηκε έτσι από τους Κάστορες, τα μικρά δηλαδή γουνοφόρα ζώα που ζούσαν σε παλαιότερες εποχέςμέσα στη λίμνη ή γύρω από αυτή.

Άλλες απόψεις γύρω από την προέλευση του ονόματος, όπως ότι το όνομα προέρχεται από τη λέξη Κάστρο (λατ. Catrsum), ή από το μυθικό Κάστορα, ήρωα που λατρεύονταν στην περιοχή, δε φαίνονται να αιτιολογούνται επαρκώς.

Από τους περισσότερους μελετητές η Καστοριά ταυτίζεται με το αρχαίο Κέλετρο, μια πόλη που μνημονεύεται μόνο από το ρωμαίο ιστορικό Τίτο Λίβιο κατά την περιγραφή της πορείας των ρωμαϊκών στρατευμάτων με επικεφαλής τον P. Sulpicius Galba στην περιοχή εναντίον του Φιλίππου Ε'(198 μ.Χ.)

Σε ότι αφορά στην προέλευση του ονόματος της πόλης αυτής διατυπώθηκαν από τους μελετητές δυο απόψεις.

Η πρώτη υποστηρίζει ότι η λέξη Κέλετρο προέρχεται από το ρήμα κήλω=θέλγω, γοητεύω, συνεπώς η πόλη που θέλγει και η δεύτερη ότι προήλθε από τη λέξη κήκηθρον> κάλαθρον> κέλετρον = καλάθι, είδος εργαλείου ψαρικής.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ-ΚΕΙΜΕΝΑ:

Προκόπιος, Περί κτισμάτων, 3,15-25 σελ. 273 εκδ.Βόννης: «Πόλις δε ην επί Θεσσαλίας, Διοκλητιανούπολις όνομα, ευδαίμων μεν το παλαιόν γεγενημένη, προϊόντος δε του χρόνου βαρβάρων οι επιπεσόντων καταλυθείσα και οικητόρων έρημος γεγοννία επί μακρότατον λίμνη δε τις αυτή εν γειτόνων τυγχάνει ούσα η Καστοριά ωνόμασται και νήσος κατά μέσοντης λίμνης τοις ύδασι περιβέβληται... διο δη ο βασιλεύς ουτος (ο Ιουστινιανός δηλ.) τον Διοκλητιανουπόλεως υπεριδών χώρον ατε που διαφανως ευέφοδον όντα και πεπονθότα πολλω πρότερον απερ ερρήθη, πόλιν εν τη νήσω οχυρωτάτην εδείματο και το όνομα ως το εικός αφηκε τη πόλει>>

Η ετυμολογία από τη λέξη Κάστρο, που αιτιολογείται από την οχυρότητα της θέσης, δε φαίνεται να ευσταθεί. Το φαινόμενο είναι πανελλήνιο(Μικρόκαστρο, Παλαιόκαστρο κ.λ.π), παρόλο που κατά τους μέσους χρόνους και μεταγενέστερους βυζαντινούς χρόνους, όπως και κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας (17ο και 18ο αι.) η πόλη μνημονεύεται και ως Κάστρο. Για το ζήτημα αυτό δες: Τσαμίση Π., Η Καστοριά και τα μνημεία της, Αθήναι 1949, Stylianos Pelekanides, Kastoria, <>, III σελ. 1190-1224, Δήμιτσα Μ., Αρχαία γεωγραφία της Μακεδονίας... σελ. 87.

Ως κύριο επιχείρημα για τους υποστηρικτές της άποψης αυτής χρησιμοποιείται η ομολογημένη από όλους οχυρότητα της θέσης της πόλης.

Κείμενα: Άννα Κομνηνή <<Λίμνη τις εστι η της Καστορίας... περί δε τον τράχηλον και πύργοι και μεσοπύργια ωκοδομηνται καστρου δίκην, διοπερ και Καστορία ωνόμασται>>.

Ακόμη Κεδρηνός 49,67,80 Εφραίμ στ. 350,8691,8729,9148,9378, Γ. Παχυμέρης 2,11, Νικ. Γρηγοράς 28, Ι. Καντακουζηνός 1,54 <<Καστοριάς δε και της αυτής οχυρωτάτης ούσης δια το πανταχόθεν περικλύζεσθαιτη λίμνη>>.

Ο Pouqueville ανάγει το όνομα στον κάστορα. Τελείως αδικαιολόγητη είναι η άποψη του Gelzer, Vom heiligen Bergen und aus Makedonien ότι το όνομα προέρχεται από τη βουλγαρική λέξη Costur, αφού το όνομα υπήρχε πριν από την κάθοδο του λαού αυτού στη βαλκανική. Τ. Livious, IV,31,40: <>. Σύμφωνα με την περιγραφή οι κάτοικοι έχοντες εμπιστοσύνη στην οχυρότητα της πόλης πρόβαλαν αντίσταση, αλλά στη συνέχεια, όταν οι Ρωμαίοι ετοίμασαν τις πολιορκητικές μηχανές, έσπευσαν να παραδοθούν. Η περιγραφή του Λίβιου (59 π. Χ.-17μ.Χ) συμφωνεί με την περιγραφή Προκόπιου, γεγονός που οδηγεί στην ταύτιση του Κελέτρου με την Καστοριά.

Στον Ησύχιο και το Στ. Βυζάντιο η λέξη κήληθρον σημειώνεται ως: «ω τους ιχθύας θηρεύειν εν τοις ποταμοις». Αν στη θέση του η μπει το δωρικό α έχουμε τη λέξη κάλαθρον=κάλαθος. Σε συνδυασμό με την αφήγηση του Ηροδότου V,16 για το λιμναίο οικισμό της Πρασιάδας, όπου οι κάτοικοι ρίχνουν το καλάθι στη λίμνη και ψαρεύουν μπορούμε να δεχθούμε ότι το καλάθι αυτό θα το έλεγαν κήληθρο (κέλετρο).

[δες: Δήμιτσα Μαργ., ο.π. σελ. 85-86, Παπαχρίστου Α.,Ορεστίς, Θες/νίκη 1985,σελ. 73].

Το Κέλετρο φαίνεται ότι καταστράφηκε από επιδρομές βαρβάρων κατά τον 4ο ή τον 5ο αι. μ.Χ. δες: Α. Κεραμόπουλος Byz.Ngr.J.bb9 (1932) S.60,Styl.Pelekanides, Kastoria, <> III, σελ. 1190-1221, Ν.Μουτσόπουλος, Καστοριά, Ιστορία-Μνημεία-Λαογραφία, από την ίδρυση της μέχρι το 10ο μ.Χ. αι. «Επιστημονική επετηρίς της πολυτεχνικής σχολής, τμήμα αρχιτεκτόνων», τ.6 Θεσσαλονίκη 1974, σελ. 257-432. (σελ. 409).


{gallery}images/istoria-politismos/arxaioi_xronoi/proelefsi_onomatos{/gallery}

 

 

ΔΙΟΚΛΗΤΙΑΝΟΥΠΟΛΗ

Ο αρχαιολογικός χώρος βόρεια του Άργους Ορεστικού (Χρούπιστα), γνωστός στους περίοικους ως Αρμενοχώρι, ταυτίστηκε με τη Διοκλητιανούπολη. Βασική πηγή για την ταύτιση της πόλης αποτελεί εδάφιο του Προκοπίου.

Η πόλη ήταν τειχισμένη. Η περιμετρος των τειχών είναι φανερή σε αρκετά σημεία. Η Διοκλητιανούπολη, όπως σημειώνει ο αείμνηστος αρχαιολόγος Θ. Παπαζώτος, είναι χτισμένη δίπλα στην αριστερή όχθη του Αλιάκμονα στο κέντρο εύφορης κοιλάδας. Ένα ρέμα με ελάχιστο νερό χωρίζει στα δύο τον περιτειχισμένο χώρο.

Η κάτοψη της πόλης έχει τη μορφή τραπεζιού. Στα νότια, ορίζεται από τη ροή του Αλιάκμονα. Η περίμετρος των τειχών είναι περισσότερο από 2.800μ. και ο ωφέλιμος χώρος της πόλης είναι 400.000 τ.μ.

Το 1976 με τις εργασίες ανοικοδόμησης σφαγείων στο χώρο του Αρμενοχωρίου αποκαλύφθηκαν τα λείψανα μιας παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Την ίδια χρονιά ξεκίνησε και η ανασκαφή της πρώτης παλαιοχριστιανικής βασιλικής από τους αρχαιολόγους Α. Τούρτα, Κ. Λοβέρδου-Τσιγαρίδα και Δ. Ευγενίδου, ενώ συμμετείχε και η ΙΖ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων.

Ωστόσο, συστηματική έρευνα στον αρχαιολογικό χώρο άρχισε το 1998 από τον αρχαιολόγο Θ. Παπαζώτο, προϊστάμενο της11ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Οι εργασίες συνεχίστηκαν μέχρι το 1991 και αποσκοπούσαν στην οριοθέτηση του αρχαιολογικού χώρου. To 1996 ξεκίνησαν από την 11η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων εργασίας αποκάλυψης και ανάδειξης τμημάτων του χώρου.

Έχουν ανασκαφεί, από τον Θ. Παπαζώτο μια παλαιοχριστιανική βασιλική Α εντός των τειχών, όπως και δυο οικίες, και δυο παλαιοχριστιανικές βασιλικές εκτός των τειχών, αλλά βρέθηκαν και σποραδικές ταφές χωρίς κάποια οργάνωση.

Οι περισσότερες ταφές είναι καμαροσκέπαστες με ποικίλους προσανατολισμούς. Ανάμεσα τους υπάρχει ένα λατρευτικό κτίσμα που θα μπορούσε να ερμηνευτεί, όπως σημειώνει ο Θ. Παπαζώτος, ως ηρώο ή χώρος μυστικιστικής αγροτικής λατρείας του τέλους του 2ου αρχών του 3ου αιώνα. Μέσα στο χώρο βρέθηκαν ένα χέρι αγάλματος και τεμάχια ορθομαρμάρωσης από λευκορόδινο μάρμαρο.

Στο μέσο περίπου του οικισμού και προς βορρά ανασκάφηκε η πρώτη παλαιοχριστιανική βασιλική Α.

Πρόκειται για λατρευτικό χώρο με δυο κύριες κτιριακές φάσεις. Τμήματα ψηφιδωτού δαπέδου διατηρούνται στη Β.Α. περιοχή, στο Ιερό. Στον ανατολικό και βόρειο τοίχο του βορείου παστοφορίου έχουμε λείψανα τοιχογραφικού διακόσμου. Σε απροσδιόριστο χρόνο, ο χώρος της βασιλικής μετατρέπεται σε εκτεταμένο νεκροταφείο. Οι ταφές δεν είχαν ευρήματα. Σε απόσταση 500μ εκτός της βορειοδυτικής πλευράς των τειχών εντοπίστηκε μια βασιλική μικρών διαστάσεων. Λατρευτικός πυρήνας της βασιλικής είναι ένας καμαροσκέπαστος τάφος με προθάλαμο και βαθμίδες καθόδου. Ο κύριος θάλαμος είχε στη νότια πλευρά κτιστή κλίνη με οστά νεκρού.

Η αρχιτεκτονική μορφή της εκκλησίας είναι ιδιότυπη.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ-ΚΕΙΜΕΝΑ

«Πόλις δε ην τις επί θεσσαλίας, Διοκλητιανούπολις όνομα, ευδαίμων μεν το παλαιόν γεγενημένη, προϊόντος δε του χρόνου βαρβάρων οι επιπεσόντων καταλυθείσακαι οικητόρων έρημος γεγονυία επί μακρότατον λίμνη δε τις αυτή εν γειτόνων τυγχάνει ουσα, η Καστορία ωνόμασται. Και νησος κατά μέσον της λίμνης τοις ύδασιν περιβέβληται. Μία δε εις αυτήν είσοδος απότης λίμνης εν στενω λέλειπται, ου πλέον ες πέντεκαιδέκα διηκούσα πόδας, όρος τε τηνήσω επανέστηκεν υψηλόν άγαν, ήμισυ μεν τη λίμνη καλυπτόμενον, τω δε λειπομένω εγκείμενον. Διο δηο βασιλεύς ουτος τον Διοκλητιανούπολις υπεριδών χώρονάτε που διαφανώς ευέφοδονόντα και πεπονθότα πολλω πρότερον άπερ ερρήθη, πόλιν εν τη νήσω οχυροτάτην εδείματο, και το όνομα, ως εικός, αφηκε τη πόλει»

(Προκοπίου, Περί κτισμάτων, IV 3, Lipsiae 1964, σ. 112).

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Θ Παπαζώτος, Ανασκαφή Διοκλητιανουπόλεως. (Οι πρώτες εκτιμήσεις), Ανάτυπο από το Αρχαιολογικό Δελτίο, τομ. 43(1988), Αθήνα 1995, σελ. 195-218. Θ. Παπαζώτος, Διοκλητιανούπολις, Αρχαιολογικό Δελτίο, τομ.43, Αθήνα 1988 (Β2-χρονικά),σελ. 416-417. Α. Κεραμόπουλος, Ορεστικόν Άργος-Διοκλητιανούπολις-Καστοριά, B.N.J. τομ. 9 (1932), σελ. 55-63. Προκόπιος, Περί κτισμάτων, IV 3 Lipsiae, 1964, σελ. 112. Μουτσόπουλος, Καστοριά. Ιστορία-Μνημεία-Λαογραφία, από την ίδρυσή της μέχρι το 10ο αιώνα μ.χ., Επιστημονική Επετηρίδα πολυτεχνικής Σχολής Παν/μίου Θες/νίκης, τμ Αρχιτεκτόνων 6 (1974), σελ. 339-366. F. Papazoglo, Les villesdeMacedoine a l époque romaine, BCH Suppl. XVI, Paris 1988, sel. 328-329


{gallery}images/istoria-politismos/arxaioi_xronoi/dioklitianoupoli{/gallery}

 

 

 ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΟΙ & ΡΩΜΑΪΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ

Η Ενσωμάτωση στο Μακεδονικό κράτος

Πρώτος ο βασιλιάς Αλέξανδρος Α' ο Φιλέλλην (498-454 π.Χ.)επέκτεινε την επιρροή του στην περιοχή τη Άνω Μακεδονίας ,χωρίς να υπάρξει σύγκρουση. Ο Φίλιππος Β' και στη συνέχεια ο Μέγας Αλέξανδρος ενσωμάτωσαν την Άνω Μακεδονία στο κράτος τους. Οι κάτοικοί της όμως, αν και συμμετείχαν ενεργά στις μεγάλες κατακτήσεις και αισθάνονταν ότι ανήκαν στο μακεδονικό κράτος διατήρησαν τα εθνικά τους ονόματα (Μακεδών εξ Ορεστίδας, Μακεδόνες Εορδαίοι) ακόμη και σε μεταγενέστερους χρόνους. Η Άνω Μακεδονία διατηρούσε ένα αρχέγονο τρόπο ζωής με τον πληθυσμό κατ εξοχή κτηνοτροφικό και γεωργικό υπό την ηγεσία ισχυρών οικογενειών και γαιοκτημόνων. Πόλεις ελληνικού τύπου έλειπαν, όχι μόνο στην αρχαιότερη εποχή αλλά και επί Φιλίππου Β' .Ίσως αυτό να οφείλεται στην καθυστερημένη ενσωμάτωσή τους στο μακεδονικό κράτος.

Μετά το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου

Μετά το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου η Άνω Μακεδονία ακολούθησε την τύχη του μακεδονικού κράτους. Κατά το 2ο μακεδονικό πόλεμο μεταξύ Φιλίπππου Ε' και ρωμαίων (200 π.Χ. ) στην περιοχή έγιναν εκτεταμένες πολεμικές επιχειρήσεις. Οι ρωμαίοι εισέβαλαν στην περιοχή και πολιόρκησαν το Κέλετρο. Μετά τη λήξη του 2ου μακεδονικού πολέμου (196 π.Χ. ) οι Ορέστες ανακηρύχθηκαν ελεύθεροι, γιατί είχαν αποστατήσει από το Φίλιπππο Β' και πολέμησαν στο πλευρό των ρωμαίων.

Τέταρτο διαμέρισμα της Μακεδονίας

Ελεύθερη περιοχή.

Κατά τον 3ο μακεδονικό πόλεμο οι Ορέστες πολέμησαν, μαζί με τους άλλους κατοίκους της Άνω Μακεδονία στο πλευρό του Περσέα εναντίον των ρωμαίων. Μετά τη μάχη της Πύδνας (167 π.Χ.) η περιοχή κατατάχθηκα στο 4 ο διαμέρισμα της Μακεδονίας. (Macedonia Quarta). Όταν to 148 π.Χ η Μακεδονία μεταβλήθηκε σε ρωμαϊκή επαρχία, η Άνω Μακεδονία αναγνωρίστηκε ως ελεύθερη περιοχή. Η κατάσταση αυτή διατηρήθηκε μέχρι τις αρχές του 3ου μ.Χ αι. Με την παραχώρηση των δικαιωμάτων του ελεύθερου πολίτη στους υπηκόους του ρωμαϊκού κράτος από τον αυτοκράτορα Καρακάλα (212 μ.Χ.) το προνόμιο της Άνω Μακεδονίας ήταν πια περιττό.

Τα «κοινά» ή «έθνη»

Κατά τη ρωμαϊκή περίοδο, όταν αναπτύσσονται τα «κοινά» ή «έθνη» ως αυτόνομες ομοσπονδιακές ενώσεις πόλεων με βουλή, εκκλησία του δήμου και ετήσιους άρχοντες, αναφέρονται σε επιγραφές το «κοινό των Ορεστών», «το κοινό των Ελιμιωτών», «το έθνος των Λυγκηστών» και μία «Ενωση Δασσαριτίων» (κατοίκων της Ιλλυρίας). Οι κάτοικοι χαρακτηρίζονται, όπως και οι πολίτες της Κεντρικής Μακεδονίας, από το όνομα της πόλης και του κοινού, π.χ. Μακεδών Ελιμιώτης εκ Πυθείου. Για τις φορολογικές υποχρεώσεις των κοινών δεν έχουμε πολλές πληροφορίες. Στα μέσα του 3ου μ. Χ. αι. κατά τη μεγάλη κρίση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας η δυτική Μακεδονία υφίσταται σοβαρές καταστροφές. Μετά την αναδιοργάνωση επί Διοκλητιανού, η Ορεστίδα υπάγεται στη νέα ρωμαική επαρχία, τη Θεσσαλία.

Το «Δόγμα» ή η «Διάταξη» της Βάττυνας

Πρόκειται για ενεπίγραφη μαρμάρινη πλάκα 1,35*0,59 που βρέθηκε στη θέση «Σκαλί» κοντά στο σημερινό Κρανοχώρι και ήταν τοποθετημένη στο νάρθηκα του ναού των Αγ, Αναργύρων. Η πλάκα περιλαμβάνει το ψήφισμα της πόλης Βάττυνας με το οποίο δεν επιτρέπονταν σε κανέναν επαρχιακό να κατέχει δημόσια γη. Εάν γινόταν αυτό ο πολιτάρχης=άρχοντας της πόλης έπρεπε να πληρώσει στο ταμείο 5000 δηνάρια και άλλα 5000 στην πολιτεία.

Η χρονολογία είναι μεταξύ 340=192 μ.Χ. Από την επιγραφή μαθαίνουμε ότι υπήρχε στις δυτικές εσχατιές της Μακεδονίας πόλημε τέτοια οργάνωση, που κρατούσεδημ΄΄οσιο αρχείο και τιμωρούσε τους άρχοντες. Το κείμενο ακολουθούν 52 υπογραφές που αναφέρονται σε γνωστά μακεδονικά και ελληνικάονόματα.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ-ΚΕΙΜΕΝΑ

Κανατσούλη Δ., Η μακεδονική πόλις...σελ. 235. Του ιδίου, Η Δυτική Μακεδονία κατά τους αρχαίους χρόνους..σελ. 15-16.

Από τις έξι τάξεις των πεζεταίρων του μακεδονικού στρατού οι τρεις προέρχονταν από τηνΆνω Μακεδονία (Ορεστίδα, Ελιμιώτιδα, Λυγκηστίδα), όπως και οι στρατηγοί Κρατερός και Περδίκας. (Διόδωρος, 16, 93, «Εχομένην δε τούτων έστησε την Ελιώτιν...εξής δε την των Ορεστών και Λυγκηστών τάξιν Περδίκου την στρατηγίαν έχοντος...».

Από την Ορεστίδα κατάγονταν και ο Πτολεμαίος ο Σωτήρ, ιδρυτής της δυναστείας των Λαγιδών στην Αίγυπτο (Στ. Βυζάντιος στη λέξη Ορεστία: « Πόλις εν Ορέσταις...εξ ης Πτολεμαίος ο Λάγου, πρώτος βασιλευς εν Αιγύπτω»,Αρριανού, Αλεξάνδρου Ανάβασις, 6, 28. «Μακεδόνες, Εορδαίοι, Μακεδών εξ Ορεστίδος». [δες: Δήμιτσα Μ., Αρχαία γεωγραφία της Μακεδονίας...σελ 83]. Και αργότερα αναφέρονται βασιλείς των Ορεστών. (Δες Θουκυδίδη ΙΙ, 80: Ορέσται δε χίλιοι, ων εβασίλευεν Αντίοχος, μετά Παραναίων ξυνεστρατεύσαντο Οροίδω Αντιόχου επιτρέψαντος (πόλεμος Αμπρακιωτών εναντίον των Ακαρνάνων). T.Livius XXXIII, 34: «Orestis (makedonum ea gens est) quod primi ab rege defuissent suae leges reditae», Πολύβιος, 18, 30,6: «Μακεδόνωνμεν οθν τους Ορέστας καλουμένους δια το ιμες προσχωρήσαι σφίσιν κατά πόλεμον προσχωρήσαι σφίσιν κατάπόλεμον αυτονόμους αφίεσαν».

Στα μέσα του 3ου αιώνα μ.Χ. αι. κατά τη μεγάλη κρίση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας η Δυτική Μακεδονία υπέστη σοβαρές καταστροφές από βαρβαρικές επιδρομές. Μετά την επαρχιακή αναδιοργάνωση επί Διοκλητιανού ένα τμήμα της Δυτικής Μακεδονίας, Η Ελιμιώτιδακαι η Ορεστίδα, ανήκαν στη νέα ρωμαϊκή επαρχία, τη Θεσσαλία.

Ρωμαικές επιγραφές: δες Τουράσογλου, οι επιγραφές της Α.Μακεδονίας.

{gallery}images/istoria-politismos/arxaioi_xronoi/ellinistikoi_k_romaikoi_xronoi{/gallery}

 

ΑΡΓΟΣ ΟΡΕΣΤΙΚΟ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΑ ΒΑΤΤΥΝΑ

ΑΡΓΟΣ ΟΡΕΣΤΙΚΟ

Μία από τις αρχαιότερες πόλεις της περιοχής, έδρα του κοινού των Ορεστών, ήταν και το ‘Αργος Ορεστικό. Πολλοί νεώτεροι ερευνητές διαφώνησαν ως προς τη γεωγραφική θέση του αρχαίου Άργους. Έτσι, άλλοι το τοποθέτησαν στην Κρεπενή και τους Αμπελόκηπους, όπου βρέθηκαν ερείπια αρχαίων κτισμάτων, άλλοι δυτικά του Αλιάκμονα και άλλοι στη θέση Αρμενοχωρι, όπου ανασκάπτεται η Διοκλητιανούπολη. Η μόνη έμμεση τοπογραφική ένδειξη είναι ότι βρίσκονταν σε κάμπο Argestaeum Campus. Ίσως το αρχαίο Άργος να ξανακτίστηκε από το Διοκλητιανό και να ονομάστηκε Διοκλητιανούπολη. Το σημερινό Άργος, η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη στο νομό, συνεχίζει τη ζωή της κωμόπολης που κατά τη διαρκεια της τουρκοκρατίας έφερε το τουρκικό όνομα Χρούπιστα (από τη λέξη Χιουρπ=ευτυχία+ιστάν ή Χαρμπ= πόλεμος+ ισταν).

Η ΑΡΧΑΙΑ ΒΑΤΥΝΝΑ

Δε γνωρίζουμε πότε ιδρύθηκε η πόλη. Το όνομά της διασώθηκε στην περίφημη επιγραφή (το δόγμα των Βατυνναίων του 2ου μ.Χ. αι.), που βρέθηκε το 1880 στο σημερινό Κρανοχώρι, 20 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Καστοριάς κοντά στο σημερινό χωριό Δρανίτσι.

Το διάταγμα αυτό αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα επιγραφικά ευρήματα από τον χώρο της Ορεστίδας. Η επιγραφή αναφέρεται σε μία άγνωστη πόλη της Ορεστίδας, τη Βάττυνα.

Το διάταγμα ψηφίστηκε υπό την προεδρία του πολιτάρχου και περιέχει μία συνθήκη για την εκμετάλλευση των «δημοσίων»περιοχών. Η Βαττύνα υπήρξε αυτόνομη κοινότητα του Κοινού των Ορεστών που διοικούνταν από συνέλευση πολιτών με έναν πολίταρχο ως επικεφαλή.

Ακόμη, το διάταγμα παρουσιάζει το Κοινό των Ορεστών ως συνασπισμό αυτονόμων πόλεων, ελευθέρων στο χώρο των εσωτερικών υποθέσεων, αλλά εξαρτημένων από κυβερνήτη, ο οποίος ασχολούνταν και με τις υπόλοιπες περιοχές της επαρχίας.

Η επιγραφή χρονολογείται στο 143 ή 144 μ.Χ.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ-ΚΕΙΜΕΝΑ

(Άργος Ορεστικό) Ο Στ. Βυζάντιος στη λέξη Άργος γράφει: «Άργος διασημοτάτη πόλις πελοποννήσου...εβδόμη κατά Μακεδονίαν». Ένδεκα πόλεις είχαν το όνομα Άργος, το οποίο κατά το Στράβωνα σημαίνει «σχεδόν παν πεδίον κατά θάλασσαν». Ο Τ. Λίβιος περιγράφοντας την εισβολή των Δαρδάνων στην περιοχή κατά το 208 μ.Χ. αναφέρει ότι αυτοί ξεχύθηκαν στην πεδιάδα του Άργους. T.Livius XXII, 33 «Dardanos in Macedoniam effuses,Orestidem jam tenere, ad descentisse in Argestaeum Campus>>. O Pouqueville,Voyage dans la Grece (1820), όπως και παλαιότεροι ερευνητές, πίστεψε ότι βρήκε το αρχαίο Άργος στην Κρεπενή, όπου βρέθηκαν ερείπια παλαιών κτισμάτων, τα οποία οι κάτοικοι τα έκρυψαν, γιατί ήθελαν να κτίσουν τα σπίτια τους. Ο Pouqueville προτείνει επίσης την ταύτιση του Άργους με τα αρχαία Ζάπαρα που μνημονεύονται από στο «Συνέκδημο του Ιεροκλέους». Ο Αντ. Κεραμόπουλος σχετικά με το θέμα γράφει ότι μετά την απελευθέρωση η πόλη έπρεπε να ονομασθεί Αργέσται κατά το μακεδονικό όνομα του λαού, αντί του δύσχρηστου Αργος Ορεστικόν.

Η πόλη αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αν αληθεύει ότι από αυτό το Άργος και όχι της Πελοποννήσου, όπως δέχεται η παράδοση, κατάγονταν οι Αργεάδες, οι ιδρυτές του μακεδονικού κράτους. Ο O. Abel στηρίζεται σε χωρίο του Αππιανού Συρ. 63: «Αργος το εν Ορεστία, όθεν οι Αργεάδαι Μακεδόνες». (Σχετικά δες Δήμιτσα Μ., Αρχαία γεωγραφία της Μακεδονίας, σελ. 92).

(Αρχαία Βάττυνα) Πολίταρχος: είναι ο επικεφαλής της συνέλευσης των πολιτών, η οποία διοικούσε την αυτόνομη πολιτεία της Βάττυνας.

Η αναφορά στους θεσμούς της εκκλησίας και του πολιτάρχη δεν αφήνει αμφιβολία ότι η Βάττυνα είχε οργάνωση πόλης με πληθυσμό που περιλάμβανε Βατυνναίους, παροίκους Ορέστες και επαρχιακούς, δηλ. παροίκους από τη ρωμαϊκή επαρχία της Μακεδονίας. Η γεωγραφική της έκταση θα περιλάμβανε την κοιλάδααπό το Νεστόριο ως την Καστοριά.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

F.Papazoglou, Les villes de Macedoine a l'epoque romaine, BCH Suppl.XVI, Paris 1988, σελ. 328-329.

Ν.Μουτσόπουλος, Καστοριά, Ιστορία-Μνημεία-Λαογραφία από την ίδρυσή της μέχρι το 10ο αιώνα μ.χ. Προϊστορική, Ιστορική και Παλαιοχριστιανική εποχή, Επιστημονική επετηρίδα πολυτεχνικής σχολής παν/μίου Θες/νίκης τμ. Αρχιτεκτόνων6 (1974) σελ. 331-337. Art Woodward, Inscriptions from Thessaly and Macedonia, Journal Hellinic Studies, 1913, sel. 337-341. N.X. Παππαδάκης, Εις το δόγμα(Λ)αππιναίων της Ορεστίδας , Αθήνα 25, 1913, σελ. 462. Χ. Μακαρόνας, Χρονικά Αρχαιολογικά 1940-50, Μακεδονικά Β, 1951. Rostovtzeff, The social and economic history Of the roman empire, Σαμσάρη Δ., Ιστορική Γεωγραφία της ρωμαϊκής επαρχίας της Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 1989.


{gallery}images/istoria-politismos/arxaioi_xronoi/alles_poleis{/gallery}

 

 

 



Αναζήτηση

Περιήγηση

diavgeia_s.jpg

 

 

hff-banner.jpg
ΚΕΠ

 
 
 
Με τη συνδρομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Κοινωνία της Πληροφορίας» (Γ’ ΚΠΣ)
Έργο συγχρηματοδοτούμενο από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) κατά 80% και από Εθνικούς Πόρους κατά 20%