|
Κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας η Καστοριά, όπως και άλλες πόλεις, διατήρησε προνόμια που της επέτρεπαν μια μορφή αυτοδιοίκησης. Ο μητροπολίτης ήταν ο ανώτατος άρχοντας της κοινότητας και κανείς δεν επενέβαινε στο έργο του. Η πόλη ήταν χωρισμένη σε 11 ενορίες. Οι κάτοικοι των ενοριών εξέλεγαν από δύο αντιπροσώπους (συνολικά 22), οι οποίοι συνέρχονταν σε γενική συνέλευση, όπου υπό την προεδρία του μητροπολίτη εκλέγονταν οι 4 διοικητικές επιτροπές για όλη την κοινότητα.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ-ΚΕΙΜΕΝΑ:
Η Καστοριά, ως το 1481 τουλάχιστον ήταν Επισκοπή και έγινε μητρόπολη μεταξύ 1481 και 1531. Δες: (Γ. Γκολομπία, Τα σημειώματα των εκκλησιαστικών βιβλίων της Καστοριάς, ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ, 25-26 σελ. 304). Από το 1902 οι 11 ενορίες συμπτύχθηκαν σε δύο και εξέλεγαν 20μελή επιτροπή.
Μόνο μια επιθεώρηση Τούρκου εκπαιδευτικού διευθυντή άρχισε να γίνεται, άγνωστο από ποτέ. (Θ. Φ. Παπακωνσταντίνου, <<Καστοριά>>, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια ΠΥΡΣΟΣ, τόμος ΙΔ, 12, Τσαμίση Π., Η Καστοριά και τα μνημεία της σελ. 46.) Υπόλογος για τα φορολογικά ήταν ο εκλεγμένος από κάθε ενορία πρόεδρος (μουχτάρης) και δύο αζάδες=σύμβουλοι, των οποίων την εκλογή επικύρωνε τυπικά η τούρκικη διοίκηση.
Κάποιες προσπάθειες περιορισμού των προνομίων έγιναν από το 1908 με την επανάσταση των Νεότουρκων.
Οι Επιτροπές αυτές ήταν:
-
Η Δημογεροντία για τα κληρονομικά και άλλα ζητήματα,
-
Η Εφορεία σχολείων για την εποπτεία και τη συντήρηση των σχολείων,
-
Η εκκλησιαστική επιτροπή για τα εκκλησιαστικά ζητήματα και
-
Η Κτηματική επιτροπή για τη διαχείριση της ακίνητης περιουσίας της κοινότητας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Απ. Βακαλόπουλου, Οι δυτικομακεδόνες απόδημοι επί τουρκοκρατίας, Ε.Μ.Σ Θεσσαλονίκη, (1980), σελ.403, Κ. Βακαλόπουλου, Πολιτική, κοινωνική και οικονομική δομή του πασαλικιού Μοναστηριού, ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ 19 (όπου περιέχονται περισσότερες πληροφορίες για τους φόρους και τα άλλα στοιχεία της κοινωνικής ζωής).
|